Η συκιά (Ficus carica)

Η συκιά ή επιστημονικά Ficus carica είναι φυλλοβόλος θάμνος ή δέντρο. Οι δύο βασικοί τύποι συκιάς είναι η άγρια και η θηλυκή συκιά. Η αγροσυκιά ή αρρενοσυκιά είναι δένδρο μόνοικο, διότι οι ταξιανθίες του περιέχουν και αρσενικά και θηλυκά άνθη [4]. Τα σύκα τους ωριμάζουν 3 φορές/έτος, δεν είναι όμως φαγώσιμα [2]. Η θηλυκή ή ήμερη συκιά ή ημεροσυκιά είναι δένδρο δίοικο, διότι έχει μόνο θηλυκά άνθη [4] και οι καρποί της είναι βρώσιμοι [2]. Το σύκο, είναι ένας μαλακός και σαρκώδης καρπός, ο οποίος ωριμάζει τον Αύγουστο μέχρι τον Σεπτέμβριο [1].
Η συκιά είναι ιθαγενές της Κύπρου, αλλά είναι πιο κοινό ως καλλιεργούμενο με μεγάλο αριθμό ποικιλιών, σε υψομετρικό εύρος 0-1400 μέτρα [1]. Όσον αφορά τις ποικιλίες της ημεροσυκιάς είναι περισσότερες από 600 και διαχωρίζονται ανάλογα με τον αριθμό παραγωγών ανά έτος (μονόφορες, πολύφορες), το χρώμα της επιδερμίδας τους (λευκό, μαύρο) και τον προορισμό τους (νωπά, αποξηραμένα ή διπλής κατεύθυνσης) [2]. Το δέντρο της συκιάς χρησιμοποιείται συχνά για τους καρπούς του και πιο σπάνια ως καλλωπιστικό [1]. Τα νωπά σύκα είναι πλούσια σε σάκχαρα, πρωτεΐνες, βιταμίνες (Α, Β1, Β2, C), μεταλλικά στοιχεία (κάλιο, ασβέστιο, φώσφορο) και αντιοξειδωτικές ουσίες, ενώ στα αποξηραμένα τριπλασιάζεται η θρεπτική τους αξία. Γι’ αυτό και οι ορειβάτες, πεζοπόροι κουβαλάνε πάντα μαζί τους ξηρά σύκα, καθώς η κατανάλωσή τους θα τους παρέχει άμεσα την ενέργεια που χρειάζονται [2]. Γενικά, είναι δέντρο που αντέχει στους ανέμους και το ξύλο της δεν καίγεται εύκολα από τη φωτιά [2]. Καλλιεργείται σε πολλές χώρες του κόσμου [1] και αποτελεί ένα πολύ κοινό δέντρο στην Ασία, στη Μέση Ανατολή και τις Μεσογειακές χώρες [4]. Η καλλιέργεια της ανάγεται στους προϊστορικούς χρόνους [1,4]. Στο Παρίσι έχουν εντοπιστεί απολιθώματα φύλλων και απανθρακωμένα σύκα από την Πλειστόκαινο εποχή της Τεταρτογενούς Περιόδου. Στον ελλαδικό χώρο η συκιά άρχισε να καλλιεργείται πριν από την Ομηρική εποχή και αποτελούσε σύμβολο της γονιμότητας και του Διονύσου, του οποίου προσωνύμιο ήταν και το Συκίτης [4]. Η αξία των καρπών της ήταν πολύ σημαντική, γι’ αυτό και κάποτε η εξαγωγή τους απαγορευόταν και προσφερόταν αμοιβή σε όσους έδιναν πληροφορίες για εμπόρους σύκων, οι οποίοι ονομάζονταν «συκοφάνται». Επειδή, όμως, μερικοί απ’ αυτούς κατηγορούσαν ψευδώς, η λέξη απέκτησε αργότερα αρνητική σημασία. Μερικές γνωστές ποικιλίες σύκων της Κύπρου είναι τα πράσινα, τα βάρτικα, τα βαζανάτα, τα λαϊτζανά, τα αντελούνικα, τα σμυρναίικα, τα λευκαρίτικα, τα κοτσινιά και οι ματζίλες.

Πηγές κειμένου: 
Τσιντίδης, Τ., Χατζηκυριάκου, Γ. & Χριστοδούλου, Χ. (2002) Δέντρα και Θάμνοι στην Κύπρο. Λευκωσία: Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη – Φιλοδασικός Σύνδεσμος Κύπρου.

http://realfarm.gr/thamnoi-dendra/i-kalliergeia-tis-sikias.html
http://bit.ly/2cFkiPk
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CF%85%CE%BA%CE%B9%CE%AC

Πηγή φωτογραφίας:
http://www.palaiopyrgos.gr/epistoles/epistoles-anagnosti/siko-sikia.html

Διαβάστε επίσης

Αγιόκλημα (Lonicera etrusca)

Στο μικρό περιβόλι δέκα δρασκελιές Μπορείς να ιδείς το φως του ήλιου να πέφτει σε ...