Σουμάτζιν ή ρουδίν

216. soumatzinΤο σουμάτζιν ή ρούδιν όπως κοινώς ονομάζεται στην Κύπρο στα ελληνικά φέρει το όνομα σουμάκι ή Ρους ο βυρσοδεψικός. Το επιστημονικό όνομα του φυτού είναι Rhus coriaria L της οικογένειας Ανακαρδιίδων. Το σουμάτζιν είναι αυτοφυές ιθαγενές είδος φυλλοβόλου θάμνου στην Κύπρο [1].

Έχει ύψος μέχρι και 3m και φέρει απαλό καστανό χρώμα στο φλοιό του. Οι κλαδίσκοι του είναι χρώματος καστανό και είναι τριχωτοί. Τα φύλλα του αναπτύσσονται κατ’ εναλλαγή και τα φυλλάρια του ανά ζεύγη. Έχουν πυκνό τριχωτό και στις δύο επιφάνειες και το σχήμα τους μοιάζει σαν ένα μικρό και στενό πτερύγιο. Το χρώμα τους ποικίλει από πράσινο σε κόκκινο πριν να αρχίσουν να πέφτουν. Τα άνθη του ταξινομούνται σε φόβες, δηλαδή στον στενόμακρο κύριο άξονα του φυτού αυτού αναπτύσσονται πλευρικά κλαδιά, τα οποία με τη σειρά τους διακλαδίζονται και βγάζουν μικρά άνθη το καθένα ξεχωριστά. Οι καρποί του έχουν σχήμα σφαιρικό και χρώμα καστανοκόκκινο κατά την περίοδο της ωρίμανσης από το Σεπτέμβριο μέχρι και τον Νοέμβριο. Η περίοδος άνθισης του ξεκινά από τον Ιούνιο μέχρι και τον Ιούλιο. Έτσι, ο συνδυασμός της μοναδικής ταξιανθίας του θάμνου αυτού, οι ποικίλες αποχρώσεις των φύλλων του και οι ιδιαίτεροι στην εμφάνιση καρποί του καθιστούν το θάμνο αυτό ως κοσμητικό [1,4].

Το σουμάτζιν συναντάται σε πετρώδεις βουνοπλαγιές, πευκοδάση και αμπελώνες. Συγκεκριμένα, στην Κύπρο συναντάται στην οροσειρά του Τροόδους σε υψόμετρο 600 μέχρι 1600 m και μπορεί να ευδοκιμήσει σε όλους τους τύπους εδαφών. Στην Κύπρο έχει απαντηθεί στις περιοχές του Φαρμακά, Αγρού, Πελενδριού, Παναγιάς, Προδρόμου και Κακοπετριάς.Είναι κοινός θάμνος κυρίως σε μεσογειακές χώρες και περισσότερο ανατολικά της Κύπρου μέχρι και το Ιράν [1].

Οι καρποί του σουματζιού χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα στην αλλαντοποιεία και ως ένα εύγεστο άρτυμα στα φαγητά και διάφορα εδέσματα όπως γεμιστά, σαλάτα με φασόλια κλπ. Το σουμάτζι έχει ξινή γεύση και είναι ελάχιστα καυτερό. Πολλές φορές μπορεί να αντικατασταθεί με το ξίδι ή το λεμόνι. Οι καρποί του αλέθονται μέχρι να μετατραπούν σε σκόνη με κοκκινωπό χρώμα και μετά αναμιγνύονται με το αλάτι. Το σουμάκ στα τούρκικα ετυμολογικά προέρχεται από το σουμάτζι και χρησιμοποιείται σε χορτοφαγικά κυρίως πιάτα. Επίσης, στη Συρία και σε άλλα μέρη της Μέσης Ανατολής παρασκευάζεται ένα είδος υπόξινου, δροσιστικού ποτού από την επεξεργασία των καρπών του [2,3,4].

Κατά την χρονική περίοδο της Αγγλικής κατοχής μέχρι και το 1970 τα φύλλα του θάμνου αυτού επεξεργάζονταν και χρησιμοποιούνταν στην κατεργασία δερμάτων των ζώων τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό. Γι΄ αυτό και το όνομα του θάμνου αυτού είναι σύνθετο με το όνομα του είδους coriaria που αναφέρεται στη χρήση του φυτού για την επεξεργασία δερμάτων των ζώων.

Η ασχολία αυτή των κατοίκων της Κύπρου αποτελούσε την προσπάθεια για συγκέντρωση ενός ακόμα εισοδήματος που θα ευκόλυνε τη ζωή τους. Οι κάτοικοι του νησιού παρακινούνταν να ξεκινήσουν  το μάζεμα των φύλλων του σουματζιού κυρίως κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και ύστερα από σχετικά ειδοποίηση από το Γεωργικό Τμήμα της εποχής. Μάλιστα είχε εκδοθεί σχετικός νόμος ο «Περί Φύλλων Σουμακίου» νόμος το 1939. Οποιαδήποτε παράλειψη τήρησης της σχετικής ειδοποίησης επέβαλλε πρόστιμο και καταγγελία στην αστυνομική αρχή που τελικά οδηγούσε σε δικαστική ποινή. Αυτό είχε τεθεί ως κανόνας από το Τμήμα Γεωργίας για να μαζεύονται τα φύλλα του σουματζιού όταν έχουν ωριμάσει και έτσι ποιοτικά να είναι καλύτερα [2].

Το μάζεμα του σουμακίου συνεχίστηκε μέχρι και τη δεκαετία του 1970, όπου οι τηλεοπτικοί δέκτες κυρίως του τοπικού καναλιού ΡΙΚ ενημέρωναν καθημερινά τους τηλεθεατές για την ημερομηνία έναρξης της συλλογής φύλλων σουμακίου. Έτσι, οι κάτοικοι του νησιού μάζευαν το σουμάτζι, το φόρτωναν σε ζώα ή αμάξια και το μετέφεραν σε γνωστές αποθήκες της εποχής για να το ζυγίσουν και να πάρουν τα ανάλογα χρήματα [2].

Ακόμα, μια μοναδική χρήση του σουματζιού από τους μαντηλάρηδες της Κύπρου είναι η κίτρινη βαφή που παραλάμβαναν από τα φύλλα του σουματζιού και την οποία έσμιγαν με άλλες ουσίες για να χρωματίσουν τα μαντήλια τους [1,2].

Είναι επιβαλλόμενη η ανάγκη για καλλιέργεια της περιβαλλοντικής συνείδησης με σκοπό τη διατήρηση αυτού του θάμνου στο τόπο μας. Ας αναλογιστούμε τη σημασία και αξία του για τις γενεές που πέρασαν και τις γενεές που έρχονται. Χρειάζεται να διατηρήσουμε αυτή τη μοναδική ομορφιά στο φυσικό μας περιβάλλον. Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς:  Όλο και περισσότερο, κάθε απόφαση μας, ατομική ή μέσα στην οικογένεια μας, στην εργασία ή στο σχολείο μας έχει σημαντικό αντίκτυπο στο φυσικό περιβάλλον. Είναι στο χέρι μας να φροντίζουμε τη χλωρίδα του νησιού μας. Μπορούμε; 

ΠΗΓΕΣ:
[1] Τσιντίδης, Τ., Χατζηκυριάκου, Γ & Χριστοδούλου, Χ. (2002) Δέντρα και Θάμνοι στην Κύπρο. Λευκωσία: Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη – Φιλοδασικός Σύνδεσμος Κύπρου
[2] http://www.foni-lemesos.com/topika/afieroma/902-i-apothiki-williamson-sti-lemeso.html
[3] http://www.ellinikabaharika.gr/alexopoulos-book/
[4] Χατζηκυριάκου Ν., Γεώργιος (2007) Αρωματικά και αρτυματικά φυτά στην Κύπρο – Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Πολιτιστικό Ίδρυμα Τράπεζας Κύπρου: Σύνδεσμος Δασοπόνων Αποφοίτων Δασικού Κολλεγίου Κύπρου
ΠΗΓΗ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ:
http://luirig.altervista.org/flora/taxa/index2.php?scientific-name=rhus+coriaria
Ó Φωτογραφία: Beppe di Gregorio

 

Διαβάστε επίσης

Αγιόκλημα (Lonicera etrusca)

Στο μικρό περιβόλι δέκα δρασκελιές Μπορείς να ιδείς το φως του ήλιου να πέφτει σε ...